τελευταία ανάρτηση στον Τελευταίο ΣΤΑΘΜΟ εξαίσιου ίλιγγου ΣΙΩΠΗ λέξεων:Μανόλης Αναγνωστάκης, Κι η αγάπη είναι πάντα όμορφη ακόμα κι όταν δεν ψιθυρίζει παρά με δυο αβέβαια ανήσυχα χείλη
μη θυμηθείς κάποια μέρα κάποιον που έφευγε με δυο πληγωμένες παλάμες
Ήμουνα εγώ που σου ’λεγα πάντα: φεύγοντας ήτανε πια πολύ αργά
Κι είχαμε ακόμα πολλή πίκρα πολλή μνήμη πολλή νόηση
Κι η αγάπη είναι πάντα όμορφη ακόμα κι όταν δεν ψιθυρίζει παρά με δυο αβέβαια ανήσυχα χείλη
Κι όταν δε μένει παρά σε δυο χαρακιές σ’ ένα λευκό περιθώριο
Προσπάθησε, πάλεψε ακόμα, ένα τόσο μικρό ασήμαντο διάστημα
Σβήσε μιαν ακατανόητη παρένθεση μην τραυματίζεις την αμέριμνη ζωή σου.
(Ήταν Οχτώβρης όταν σου χάρις, έτσι σα μιαν αχτίνα γυρισμού, ένα παλιό κλεισμένο τετράδιο
Και τότες που δεν θέλαμε πια να πιστέψουμε πως μπορούσαν να αργούσαν οι ώρες τόσο απελπισμένα όμοιες
(λεζάντα): Είναι μια λέξη κενή μια στιγμή πλημμυρισμένη καλοσύνη… Ξέχασε, ξέχασε πάντα – φτάνει μια στάλα καινούργιας ζωής ένα παλιό κυριακάτικο δειλινό με δυο σπασμένες καρέκλες στο «Καφενείο των Ναυτικών»- εκείνον που αγάπησες κάποτε κι ίσως νοστάλγησες κάποια στιγμή το γυρισμό του μετρώντας ακόμη μια φορά ένα-ένα τα ναυαγισμένα όνειρα… Όμως γιατί ξαναγυρίζουμε κάθε φορά χωρίς σκοπό στον ίδιο τόπο, σ’ ένα μικρό δωμάτιο, σ’ ένα γραφείο, σε μια παιδική κλινική ποτισμένη χλωροφόρμιο; Ανακαλύψαμε ξάφνου μια νύχτα πως λησμονήθηκε μέσα μας τόσον καιρό η νοσταλγία της απουσίας
Προσπάθησε μ’ όση καρδιά σου απομένει, χάραξε τις δυο γραμμές σταυρωτά
Ύστερα γέλασε πάλι, δοκίμασε τη νιότη σου ακόμα μιαν Άνοιξη, δεν είναι μάταιομη θυμηθείς κάποια μέρα κάποιον που έφευγε με δυο πληγωμένες παλάμες
Ήμουνα εγώ που σου ’λεγα πάντα: φεύγοντας ήτανε πια πολύ αργά
Κι είχαμε ακόμα πολλή πίκρα πολλή μνήμη πολλή νόηση
Κι η αγάπη είναι πάντα όμορφη ακόμα κι όταν δεν ψιθυρίζει παρά με δυο αβέβαια ανήσυχα χείλη
Κι όταν δε μένει παρά σε δυο χαρακιές σ’ ένα λευκό περιθώριο
Προσπάθησε, πάλεψε ακόμα, ένα τόσο μικρό ασήμαντο διάστημα
Σβήσε μιαν ακατανόητη παρένθεση μην τραυματίζεις την αμέριμνη ζωή σου.
(Ήταν Οχτώβρης όταν σου χάρις, έτσι σα μιαν αχτίνα γυρισμού, ένα παλιό κλεισμένο τετράδιο
Και τότες που δεν θέλαμε πια να πιστέψουμε πως μπορούσαν να αργούσαν οι ώρες τόσο απελπισμένα όμοιες
………………………………………………….
Περισσότερα με ΚΛΙΚ ΕΔΩ