τελευταία ανάρτηση στο Ιωβηλαίο ΛΕΞΕΩΝ που βλέπουν την εικόνα τους κάθε τρεις και τόσο μ’ άλλο στιχοπουκάμισο
(λεζάντα): Γρήγορα να ’βγω έξω, γρήγορα, η κάμαρη με πνίγει, γεννάει μέδουσες που τρων τα κύτταρά μου, βδέλλες ρουφούν το αίμα μου, θέλω να φωνάξω, βάζω το χέρι μου στο στόμα, τρέμω, η ώρα πήγε έντεκα, καλύτερα έξω, πού είναι τα κλειδιά μου, γρήγορα, καλύτερα ένα κορμί οποιοδήποτε, κλέφτης, του μπερντέ ή λιποτάχτης, πουτάνα, επιτέλους με τεράστια σκουλαρίκια. Ας είναι, λοιπόν, έτσι, μόνο πάρτε μου τ’ αόρατα δάχτυλα από το λαιμό, αυτά που σφίγγουν σαν τανάλιες, φεύγουν και ξανάρχονται…
στάζοντας στάλα-στάλα το δηλητήριο της
μες στο βλέμμα σου
ή ο έρωτας τάχα – αυτό που λένε, τέλος πάντων, έρωτα-
που σε σταυρώνει κάθε μέρα
μπήγοντας ένα καινούργιο καρφί κάθε στιγμή,
που σου σκουπίζει ατάραχος το αίμα,
σε τυλίγει προσεκτικά στα σάβανά του
πνίγοντας τις φωνές,
σκεπάζοντας μες τσόχα μαύρη κατάμαυρη τα πάντα
σαν το τετέλεσται της Μεγάλης Παρασκευής
…………………………………………
Ανδρέας Αγγελάκης, Κάθε κορμί έχει τη δική του κόλαση, τη δική του μεταφυσική…
Τελικά, τι πονάει πιο πολύ; η ερημιά;
η ερημιά που αργά μα σταθερά σε φαρμακώνειστάζοντας στάλα-στάλα το δηλητήριο της
μες στο βλέμμα σου
ή ο έρωτας τάχα – αυτό που λένε, τέλος πάντων, έρωτα-
που σε σταυρώνει κάθε μέρα
μπήγοντας ένα καινούργιο καρφί κάθε στιγμή,
που σου σκουπίζει ατάραχος το αίμα,
σε τυλίγει προσεκτικά στα σάβανά του
πνίγοντας τις φωνές,
σκεπάζοντας μες τσόχα μαύρη κατάμαυρη τα πάντα
σαν το τετέλεσται της Μεγάλης Παρασκευής
…………………………………………