(τελευταία ανάρτηση από το ιστολόγιο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ) Γιώργος Χειμωνάς, Σα μια αγρύπνια στάζει μέσα μου η μοίρα των ανθρώπων
(λεζάντα): …κι ακριβώς μέσα μου τελειώνουν οι άνθρωποι. Συνορεύω. Ένα βήμα και γκρεμίζονται από ένα πανύψηλο τοίχο τα αισθηματικά λόγια τους κι οι ιδέες κι αρπάζουν φωτιά οι ζωές τους… Εγώ είμαι εθελοντής του τέλους των ανθρώπων και με την ελεύθερη βούλησή μου λέω ασταμάτητα μια λέξη ακατάληπτη λουδία… Μερικών ανθρώπων η ζωή είναι ένα κλειστό σπίτι κι ακόμα κι ο θάνατός τους είναι κλειστός…
Στα δάχτυλά της κρατά σαν ένα μικρό θαμπό κρύσταλλο και σα χαλάζι έψαχνα να βρω κάποιον που να τον γνωρίζω και τώρα έλαχε σε σαςλέει η Τενάγκνε στον Γιατρό Ινεότη είπε μ’ έναν ακκισμό αλλά με φανερή αγαλλίαση. Με ανακούφιση σαν να ήταν μια ανέλπιστη σωτηρία που τον συνάντησε αλλά ακόμα διαρκούσε η αγωνία της ερημιάς της μέσα στον άγνωστο λαό και σαν αλαζονεία μετά από διασυρμό δεν μπορούσα μέσα σε άγνωστους που ποτέ δεν τους έχω ξαναδεί κι έψαχνα όλες αυτές τις ώρες αλλά χάθηκαν όλοι. Αλλά τώρα που είστε εδώ τώρα μπορώ που θα είστε εσείς εδώ γιατί σας αναγνώρισα μόλο που πέρασε τόσος καιρός κι αμέσως αναγνώρισα το πρόσωπό σας πόσο πολύτιμος μου είστε είπε η Τενάγκνε και τον κοιτάζει λίγη ώρα και δεν μιλά.
Ύστερα έβαλε το χαλάζι στο στόμα της να με βλέπετε.Βλέπετέ με. Σας παρακαλώ λέει με χαμηλή φωνή κι όχι παρακαλώντας αλλά σα να έδινε μια οδηγία και κοιτάζει το Γιατρό Ινεότη τον κοιτάζει ίσια στα μάτια και του χαμογελά με μια ευγένεια και σαν συγκινημένη. Τα μάτια της σιγά-σιγά κοπάζουν κι έκλεισαν γέρνει ξαπλώνει αργά και στο άσπρο της πρόσωπο έτσι καθώς ειρηνικά ξεψυχούσε. Το έβαψαν απλώθηκαν σαν αίματα και χύθηκαν ξανά η αγωνία μήπως δεν συναντήσει κανέναν που να τον γνωρίζει και η αγαλλίαση που τον συνάντησε και σαν δυο αίματα ανακατώθηκαν είναι μια δική της κι ανέγγιχτη ιστορία και δεν θα λυπηθώ κι ούτε θα ταραχθώ λέει δυνατά ο Γιατρός Ινεότης αλλά υποφέροντας από εκείνη τη βαριά αηδία
μερικών ανθρώπων η ζωή είναι σαν ένα κλειστό σπίτι κι ακόμα κι θάνατός τους είναι κλειστός. Με μια ελαφριά συγκίνηση και κράτησε κρυφόν όλο το θάνατό της και μοναχά μ’ ένα βούρκωμα. Όμως εγώ τον δικό μου τον θάνατο θα τον λύσω και θα τον ελευθερώσω φώναξε λαχανιάζοντας ο Γιατρός Ινεότης κι έτρεμε. Σωπαίνει και τραντάζεται σα να μη βρίσκει ένα τρόπο κι όλη η μαζεμένη του ψυχή να περνά από μια τρύπα βελόνας και μ’ αγωνία φώναξε στη Τενάγκνε να δεις. Τον θάνατό μου θα σε κάνω να δεις και τουλάχιστο εσύ θα τον δεις κρόσσια από τον τροχό του ακονιστή. Ένα πολυτροχισμένο κι άστραφτε. Κόβει τα σφαλιχτά βλέφαρα της Τενάγκνε. Ορθάνοιχτα τα μάτια της κι είδαν ολόκληρο τον κόσμο. Τώρα παρουσιάζω τον θάνατό μου. Η άμμος και μια περίλυπη γυναίκα περπατά αργά στην άμμο και περίλυπη απομακρύνεται αργά.
. ………………………………………………….
Αν σ’ ενδιαφέρει, διάβασε ολόκληρη την ανάρτηση στο ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ «Γιώργος Χειμωνάς Παροράματα Συναισθήματος» με κλικ ΕΔΩ