(τελευταία ανάρτηση στο ΠΑΡΑΡΛΑΜΑ εις τον πάτον της ΕΙΚΟΝΑΣ των λέξεων) Για μια ηδονή αντικρουόμενων διαθέσεων που δεν γνωρίζει μεταμέλεια
(λεζάντα):
Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν, για το σπίτι που χτίστηκε, για τα παιδάκια που μεγάλωσαν, για τα πλοία που άραξαν, για τη μάχη που κερδήθηκε, για τον άσωτο που επέστρεψε, για όλα όσα τελείωσαν δίχως ελπίδα πια
Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν, για το σπίτι που χτίστηκε, για τα παιδάκια που μεγάλωσαν, για τα πλοία που άραξαν, για τη μάχη που κερδήθηκε, για τον άσωτο που επέστρεψε, για όλα όσα τελείωσαν δίχως ελπίδα πια
Φτάνεις κι εσύ κάποτε να πιστέψεις πως σάπισαν όλα τα περάσματα πως αμείλιχτοι φύλακες στέκονται ορθοί σε κάθε γωνιά. Πολλές φορές η νύχτα ξέρει να σου μιλά σα μια θανάσιμη ηδονική φίλη μα εσύ δεν θες να την ακούς, ζητάς μια λάμπα, τίποτε άλλο από μιαν ελάχιστη λάμπα, μια λάμπα τόσο ταπεινή μέσα σε τούτο το σκοτάδι. Έστω λοιπόν, θα περιμένουμε εδώ τα ξημερώματα –μπορούμε στη ζωή μας δυο φορές να ξαναρχίσουμε – χωρίς όλο τούτο το φορτίο των αδέσποτων λέξεων να βαραίνει το μυαλό μας όλους αυτούς τους σεμνούς ανθρώπους τόσο βέβαιος απόλυτα ο καθείς για τον εαυτό του, διστάζοντας τι να προσφέρουν στον άλλο: ένα σπαθί ή ένα άνθος, χωρίς αυτούς τους τυφλούς χιμαιρικούς υπαιθρίους ρήτορες που βλέπουνε τα χρόνια τους αδιάφοροι να φεύγουνε σαν τους τροχούς μιας πανάρχαιας άμαξας βαριάς. Ήρθανε, άλλοτε, τόσοι αιχμαλωτίζοντας το θάνατο με μια λαχανιασμένη χειρονομία δίχως να κρατούν μαζί τους παρά μια σφαίρα μοναδικιά για το δικό τους κορμί. Γυναίκες που τα μαρτυρικά τους δάκρυα δεν μπόρεσαν να σβήσουνε πάνω στο μάρμαρο ποτέ τις χαρακιές της προσφοράς τους. Η γνώριμη πικρή μυρουδιά του κλεισμένου από χρόνια δωματίου, μια νύχτα μια νύχτα πια χωρίς επιστροφή.
…………………………………..
Αν σ’ ενδιαφέρει, διάβασε ολόκληρη την ανάρτηση στο ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ «ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΑΤΟΝ της εικόνας του Ποιήματος στίχοι εικονολάτρες, φωτογραφία ΛΕΞΙΘΗΡΑΣ» με κλικ ΕΔΩ