Quantcast
Channel: e-ΚΕΡΚΟΠΟΡΤΑ π-ΥΛΗ για τα ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ (κ ART ά SOS)
Viewing all articles
Browse latest Browse all 441

Παροράματα ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ

$
0
0
τελευταία ανάρτηση στο ιστολόγιο   «Μερομήνια λέξεων ΣΙΩΠΗΣ: να κρύψουμε το πρόσωπό μας σε μια αειφόρο ΟΚΤΑΝΑ, σ’ ένα ΣΠΑΣΜΟ Ποίησης»:Λιλή Ζωγράφου, Χανόμουν για την αγάπη Του και τραγουδούσα με το κορμί μου ύμνους στην άρπα της γης


 [διπλό ΚΛΙΚ στην εικόνα για υπερσύνδεση με ΜΥΟΣΩΤΙΔΕΣ]   
(λεζάντα): Δεκάξι απογέματα κάθονταν με τα κεφάλια αντικριστά, ακουμπισμένα στους τοίχους των μπαλκονιών τους μ’ ένα βιβλίο στο χέρι ο καθένας, που καμιά σελίδα του δεν γύρισε ποτέ, καθώς τα μάτια μένανε ξαφνιασμένα, αμετακίνητα…

Μια αιωνιότητα γίνηκες απουσιάζοντας από τη λαμπερή νιότη μου που μάζευε με τις αγρύπνιες (από το βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου ΠΟΥ ΕΔΥ ΣΟΥ ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ, Γαβριηλίδης, Αθήνα 1992)

Αχάριστη καρδιά δε σου ’φτασαν τόσα χρόνια που σε περίμενα; Χωρίς μέτρο σ’ αγάπησα. Και χωρίς έλεος φέρθηκα στους δικούς μου. Ούτε την μάνα μου δεν έκλαψα όταν πέθανε. Απ’ όλους με χώριζε η βαριά σκιά σου. Τεράστια σαν τις αποστάσεις που ας χώριζαν, σαν τη σιωπή σου που πολλαπλασιαζόταν με τους χρόνους σε θάνατο διαρκείας. Ποτέ δεν σ’ αγάπησα τόσο όσο πόνεσα για το χαμό σου. Πόσους; Τριάντα; Κι οι μέρες τριακόσιες εξήντα πέντε κι οι νύχτες διπλάσιες. Μια αιωνιότητα γίνηκες απουσιάζοντας από τη λαμπερή νιότη μου που μάζευε με τις αγρύπνιες, που θάμπωνε αφού δεν καταύγαζε πια τη λατρεία του βλέμματός σου που κλόνιζε το ένοχο βάδισμά μου καθώς γλιστρούσε αθόρυβο στο μισοσκόταδο, με ταμπούρλα στην καρδιά μου, τρελή, τρελή, μονολογούσα, λες και προσευχόμουν, καθώς είχα μόλις ξεφύγει από τα συνωμοτικά ψιθυρίσματα του σπιτιού μου που όλο και κάποιο σαμποτάζ σκάρωναν με κείνον τον κρυμμένο αντάρτη στο κελάρι, τον κοντό ήρωα, που θα σας τίναζε στον αέρα. Η τελευταία μαχαιριά της προδοσίας μου σταματούσε την καρδιά μόλις διέκρινα να γυαλίζουν στο σκοτάδι τα μπρούτζινα μετάλλια στη στολή σου κι αμέσως άνοιγαν οι φτερούγες των χεριών σου κι ένιωθα μόνο το παφλασμό των ωκεανών που μ’ έπαιρναν μ’ έπαιρναν στην υγρασία των χειλιών σου κι όλα γίνονταν χαμός. Κι αλήθεια είχε γεννηθεί ο Κύριος κι εγώ χανόμουν για την αγάπη Αυτού και τραγουδούσα με το κορμί μου ύμνους στην άρπα της γης. Κύριε, Κύριε, καλώς εγεννήθης. Ἡ παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει καί ἡ γη τό σπήλαιον τῳ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι,  μάγοι δέ μετά ἀστέρος ὁδοιποροῦσι, δι'ἡμᾶς γάρ ἐγεννήθη παιδίον νέον, ὁ πρό αἰώνων Θεός Ευλογημένη εγώ εν γυναιξί που εβάδισα στο θάμπος των ουρανών σου. Τι να την έκανες την ομορφιά των ματιών σου και το βαθύ τους μαβί, ολομόναχος στο χάος Του. Καλώς Κύριες εγεννήθης και ενσαρκώθης στην αγκαλιά μου, φυλακίζοντας μέσα μου το κορμί σου, σώζοντάς το από την ερημιά. Κατάβρεξέ με τα μύρα σου να καθαρθώ Φραντς τρυφερέ, φίλε του σκοταδιού που γινόταν διάφανο από τις υπέροχες μαβιές αναλαμπές των ματιών σου. Και βέβαια θα γεννήσω τον Σωτήρα με τα ίδια ουράνια μάτια σου, για να σώσει μια άλλη πανέμορφη κοιλιά και άλλους ευλογημένους μηρούς κοιλάδα της αγάπης, Φραντς εχθρέ. Κύριε εσύ, Σωτήρα της υπέρλαμπρης νιότης μου, εχθρός λένε της πατρίδας μου, Γερμανός. Και στο σπίτι μου να σχεδιάζουν καθημερινά την εξόντωσή σου, εσένα και όλων των ομοίων σου. Και δεν θα πίστευαν πως εγεννήθης ημίν να δικαιώσεις την ομορφιά. Δεν φταίνε αυτοί, εκείνος ο «αίρων» γεννήθηκε πριν καιρούς παλιούς, κουρελιασμένους από αιώνες σε μια καλύβα στην άκρη της γης. Εσύ φύτρωσες ένα απόγεμα στο μπαλκόνι του απέναντι διώροφου που το χώριζαν τα τέσσερα μέτρα του δρόμου από το δικό μου, όπου έβγαινα στις έξι που σταματούσε η κυκλοφορία. Στρωνόμουν στην πάνινη πολυθρόνα μ’ ένα βιβλίο ως τις εννιά που σκοτείνιαζε. Έτσι σε πρωτοείδα.

………………………………………………….

Περισσότερα με κλικ ΕΔΩ

Viewing all articles
Browse latest Browse all 441

Trending Articles