Τελευταία ανάρτηση στο ιστολόγιο ΓΙΑΝΤΕΣδηλαδή το ξέρω, πάρτε μαζί σας νερό το μέλλον μας θα έχει πολλή ξηρασία:
(λεζάντα): Ήταν δυο φίλοι, κι ο ένας πλάγιαζε με τη γυναίκα του άλλου. Ο άλλος το παίρνει είδηση, με τη συνενοχή της γυναίκας του τον κλείνει μέσα σε μια κασέλα και πλαγιάζει με τη γυναίκα του φίλου του πάνω στην κασέλα… [το επιμύθιο όμως είναι όλα τα λεφτά, για τη μορφή που μπορεί να πάρει η εκδίκηση και τιμωρία σ’ αυτές τις τόσο ανθρώπινες περιπτώσεις!!!]
[…] Θα σας διηγηθώ την ιστορία ενός νέου, που δέχτηκε μια προσβολή με τη μεγαλύτερη ηρεμία και εκδικήθηκε με τον ηπιότερο τρόπο. Έτσι, θα καταλάβετε πως είναι με το παραπάνω αρκετό να χτυπάς το γάιδαρο με την ίδια δύναμη που σ’ έριξε κι αυτός πάνω στον τοίχο. Αν θέλεις να εκδικηθείς για το κακό που σου έχουν κάνει, δεν πρέπει να καταφεύγεις σε υπερβολές και να ξεπερνάς κάθε μέτρο.
Να χτυπάς τον γάιδαρο με την ίδια δύναμη που σ’ έριξε κι αυτός πάνω στον τοίχο
[διπλό ΚΛΙΚ στην εικόνα για υπερσύνδεση με ΓΙΑΝΤΕΣ]
(λεζάντα): Ήταν δυο φίλοι, κι ο ένας πλάγιαζε με τη γυναίκα του άλλου. Ο άλλος το παίρνει είδηση, με τη συνενοχή της γυναίκας του τον κλείνει μέσα σε μια κασέλα και πλαγιάζει με τη γυναίκα του φίλου του πάνω στην κασέλα… [το επιμύθιο όμως είναι όλα τα λεφτά, για τη μορφή που μπορεί να πάρει η εκδίκηση και τιμωρία σ’ αυτές τις τόσο ανθρώπινες περιπτώσεις!!!]
[…] Θα σας διηγηθώ την ιστορία ενός νέου, που δέχτηκε μια προσβολή με τη μεγαλύτερη ηρεμία και εκδικήθηκε με τον ηπιότερο τρόπο. Έτσι, θα καταλάβετε πως είναι με το παραπάνω αρκετό να χτυπάς το γάιδαρο με την ίδια δύναμη που σ’ έριξε κι αυτός πάνω στον τοίχο. Αν θέλεις να εκδικηθείς για το κακό που σου έχουν κάνει, δεν πρέπει να καταφεύγεις σε υπερβολές και να ξεπερνάς κάθε μέτρο.
Φαντάζομαι να ξέρετε, όπως το ’χω κι εγώ ακουστά, πως ζούσαν στη Σιένα δυο νέοι, αρκετά πλούσιοι και από καλές αστικές οικογένειες, που τον έναν τον έλεγαν Σπινελότσιο ντι Ταβένα και τον άλλον Ζέπα ντι Μίνο, και που τα σπίτια τους γειτόνευαν, στη συνοικία Καμολία. Τους έβρισκαν πάντα μαζί, έδειχναν ν’ αγαπιούνται σαν αδέλφια, ίσως και περισσότερο, και ήταν παντρεμένοι με δυο πολύ όμορφες κοπέλες.
Όταν δεν ήταν ο Ζέπα στο σπίτι του, ο Σπινελότσιο πήγαινε συχνά, κι η οικειότητά του με τη γυναίκα του Ζέπα μεγάλωσε, σε σημείο που άρχισαν να πλαγιάζουν μαζί – κι αυτό συνεχίστηκε κάμποσο καιρό, δίχως κανένας να το ’χει πάρει είδηση. Αλλά μια μέρα που ο Ζέπα ήταν στο σπίτι και η γυναίκα του νόμιζε πως είχε φύγει, ήρθε ο Σπινελότσιο και τη φώναξε, κι εκείνη του αποκρίθηκε πως ο άντρας της δεν ήταν εκεί. Τότε ο Σπινελότσιο μπήκε δίχως να χασομεράει, βρήκε την κυρά στη σάλα, και μη βλέποντας κανέναν άλλο, την αγκάλιασε και άρχισαν να φιλιούνται.
Ο Ζέπα τα είδε όλα και δεν είπε τίποτα· έμεινε μόνο κρυμμένος, για να δει πού θα κατέληγε αυτή η ιστορία. Και σε λίγο είδε τη γυναίκα του και τον Σπινελότσιο να πηγαίνουν αγκαλιασμένοι στην κρεβατοκάμαρα και να κλειδώνονται. Ταράχτηκε, μα σκέφτηκε πως με το να δημιουργήσει φασαρία, όχι μόνο δε θα μείωνε το πάθημά του, αλλά και θα μαθαινόταν το ντρόπιασμά του. Έπρεπε λοιπόν να εκδικηθεί μ’ έναν τρόπο, που και οι γειτόνοι να μην πάρουν είδηση από τίποτα, και αυτός να ξαναβρεί την ψυχική ηρεμία του. Αφού το στριφογύρισε πολλή ώρα στο νου του, έκρινε πως είχε βρει τον τρόπο. Έμεινε κρυμμένος όση ώρα ήταν ο Σπινελότσιο με τη γυναίκα του, κι όταν εκείνος έφυγε, μπήκε στην κρεβατοκάμαρα και βρήκε την κυρά να τακτοποιεί στο κεφάλι της τα πέπλα που είχαν πέσει από τα χάδια του Σπινελότσιο.
………………………………..